Η κατάρρευση των συνομιλιών για το Κυπριακό στο Κραν Μοντανά της Ελβετίας δεν ήταν έκπληξη για όσους παρακολούθησαν από κοντά τις εξελίξεις των τελευταίων μηνών.
Πρίν ακόμη πάνε στην Ελβετία και οι δυο πλευρές δήλωναν δημόσια την δυσαρέσκεια τους γιατί τα ΗΕ «τους τραβούσαν με το ζόρι στην Ελβετία». Το κοινό έγγραφο που ζήτησε ο Αναστασιάδης να ετοιμάσουν τα ΗΕ σαν βάση για τις συνομιλίες αποσύρθηκε μετά από τις έντονες διαφωνίες του ίδιου. Στο Κραν Μοντανά συζητούσαν για μέρες την διαδικασία της διαπραγμάτευσης και ελάχιστα ή καθόλου την ουσία που είναι το να βρουν ένα κοινά αποδεκτό στάτους κβο.
Έχουν συμφωνήσει από την εποχή του Μακάριου ότι αυτό το νέο στάτους κβο θα είναι η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία (ΔΔΟ) με πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων. Αυτήν είναι που προσπαθούν να οριοθετήσουν μέσα από τις διαπραγματεύσεις καθώς και τα ζητήματα της ασφάλειας, των εγγυήσεων και της εφαρμογής των συμφωνιών. Στα περισσότερα θέματα όσον αφορά την εσωτερική διακυβέρνηση έχουν συμφωνήσει ή υπάρχουν μικρές αποκλείσεις τις οποίες και οι δυο πλευρές θεωρούν ότι μπορεί να γεφυρωθούν. Η διάσκεψη στο Κραν Μοντανά υποτίθεται ότι έγινε για να κλείσει αυτές τις εκρεμμότητες και να αποφασίσουν για το θέμα της ασφάλειας, των εγγυήσεων και της αποτελεσματικής εφαρμογής των συμφωνιών.
Κανένας όμως δεν μπήκε σε αυτή τη διαπραγμάτευση με ειλικρινή στόχο να κάνει υποχωρήσεις για να βρεθεί μια συμβιβαστική διευθέτηση κοινά αποδεχτή και από τις δύο πλευρές. Ο Αναστασιάδης έδειξε εδώ και καιρό ότι δεν είναι διατεθειμένος να θυσιάσει κάτι από τις ελληνοκυπριακές «εθνικές επιδιώξεις» για να φτάσει σε μια συμφωνία ιδιαίτερα τώρα που πλησιάζουν οι εκλογές και ψάχνει για τις ψήφους των απορριπτικών. Σε αυτό είχε και την αμέριστη συμπαράσταση του Έλληνα Υπουργού Εξωτερικών Νίκου Κοτζιά ο οποίος μερικές φορές υπερθεμάτιζε με τις δικές του θέσεις. Στο ίδιο μοτίβο και η Τούρκικη πλευρά η οποία προσπαθεί να εντάξει το Κυπριακό και σε ένα συνολικότερο πλαίσιο διαπραγματεύσεων με την ΕΕ και ιδιαίτερα τη Γερμανία ελπίζοντας να πάρει τα ανταλλάγματα που θέλει τόσο από την ΕΕ όσο και στην ίδια τη Κύπρο ώστε να μπορεί να παρουσιάσει τη συμφωνία σαν επιτυχία και να εξασφαλίσει την υποστήριξη των εθνικιστών στην ίδια την Τουρκία.
Τώρα και οι δυο πλευρές επιδίδονται στο προσφιλές τους παιχνίδι, την επίρριψη των ευθυνών για το ναυάγιο στην άλλη πλευρά. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι φταίνε και οι δυο πλευρές. Καμιά από τις δυο πλευρές ή τους άλλους εμπλεκόμενους δεν μπήκε σε αυτή τη διαπραγμάτευση έχοντας στο μυαλό της τα συμφέροντα των απλών ανθρώπων στο νησί, την ειρήνη, την επανένωση, την συνεργασία.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι μόνοι κερδισμένοι από αυτή την εξέλιξη είναι οι εθνικιστές και στις δυο πλευρές. Τα απορριπτικά κόμματα και οι εθνικιστές πανυγηρίζουν, ο Αρχιεπίσκοπος ζήτησε κυβέρνηση εθνικής ενότητας και νέα εξοπλιστικά προγράμματα. Τα ΜΜΕ αναπαράγουν την κυρίαρχη αφήγηση στην κάθε πλευρά.
Οι υποστηρικτές της ειρηνικής συνύπαρξης και του συμβιβασμού βρίσκονται σε σύγχυση και απογοήτευση. Οι περισσότεροι από αυτούς αδυνατούν να απαντήσουν σε αυτό το εθνικιστικό ξέσπασμα γιατί η αφετηρία τους δεν είναι ο διεθνισμός αλλά μια συμβιβαστική διάθεση σαν αποτέλεσμα μιας ρεαλιστικής πολιτικής που αναγνωρίζει ότι είμαστε η αδύνατη πλευρά και θα πρέπει να συμβιβαστούμε με τα όσα μπορούμε να πάρουμε μέσα από τις διαπραγματεύσεις.
Εκείνο που χρειάζεται δεν είναι να θρηνούμε στα ερείπια του Κραν Μοντανά που άφησαν πίσω τους οι ηγέτες ή να γλείφουμε τις πληγές μας και να μαζευόμαστε να παρηγορούμε ο ένας τον άλλο, αλλά μια πολιτική που να δώσει απαντήσεις για το τι έγινε και προτάσεις για το πώς μπορούμε να πάμε πάρα κάτω. Το πρώτο που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε είναι ότι δεν είμαστε τα αθώα θύματα όπως θέλει να μας παρουσιάζει η κυρίαρχη αφήγηση. Αθώα θύματα είναι οι απλοί άνθρωποι των δύο πλευρών και θύτες οι ελίτ, οι άνθρωποι που είχαν την εξουσία και έλεγχαν τις εξελίξεις και στις δύο πλευρές. Αυτοί είναι που εφάρμοσαν πολιτικές εθνικού ξεκαθαρίσματος για να επιβάλουν τις θέσεις τους και να εξασφαλίσουν τα συμφέροντα τους στο νησί. Από αυτό πηγάζει η ανάγκη συμβιβασμού και όχι από το ότι είμαστε οι αδύνατοι και δεν μπορούμε να τους νικήσουμε.
Το ότι δυσκολεύονται να συμφωνήσουν δεν έχει να κάνει με τον δύστροπο χαρακτήρα του Αναστασιάδη ή τις χοντροκομμένες παρεμβάσεις του Κοτζιά ή την δισταχτικότητα του Ακκιτζί ή την έπαρση του Τσαβούσογλου αλλά με το ότι αντιπροσωπεύουν διαφορετικά και συγκρουόμενα συμφέροντα. Ελλάδα και Τουρκία διεκδικούν να αναβαθμίσουν το ρόλο τους στην περιοχή σαν περιφερειακές δυνάμεις. Σε μια περιοχή, όπως η Μέση Ανατολή και σε μια εποχή κρίσης και αστάθειας που τα σύνορα ξανασχεδιάζονται, νέες συμμαχίες και σφαίρες επιρροής ξανασχεδιάζονται το ποιος και με ποιο τρόπο θα ελέγχει το «αβύθιστο αεροπλανοφόρο» της Μεσογείου όπως χαρακτηρίζεται η Κύπρος έχει μεγάλη σημασία. Παρά τις όποιες επιμέρους διαφωνίες ανάμεσα στις τοπικές ελίτ των δύο πλευρών και των μητέρων πατρίδων οι στρατηγικοί σχεδιασμοί παραμένουν κοινοί.
Είναι φανερό ότι οι μόνοι που πραγματικά έχουν συμφέρον να παλέψουν για ειρήνη και επανένωση μέσα από μια δημοκρατική διευθέτηση κοινά αποδεκτή που να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένα νησί χωρίς στρατούς και βάσεις που να είναι γέφυρα φιλίας των λαών της περιοχής, είναι οι απλοί άνθρωποι των δύο πλευρών. Τα Συνδικάτα και στις δυο πλευρές έχουν κάνει σημαντικά βήματα προς αυτή τη κατεύθυνση μέσα από δικοινοτικές πρωτοβουλίες και κινητοποιήσεις. Πολλές δικοινοτικές ομάδες κυρίως στο χώρο της αριστεράς δραστηριοποιούνται τα τελευταία χρόνια. Μέχρι τώρα η δράση τους όμως ήταν περιορισμένη και περιθωριακή.
Οι τελευταίες εξελίξεις μπορεί να σκόρπησαν απογοήτευση και ηττοπάθεια αλλά ταυτόχρονα ξεκαθάρισαν σε πολύ περισσότερο κόσμο ότι δεν πρέπει να έχει καμιά εμπιστοσύνη στις ηγεσίες και τις διπλωματικές τους μανούβρες και ότι χρειάζεται να πάρουμε πρωτοβουλίες από τα κάτω με στόχο να προωθήσουμε την πραγματική ενότητα και κοινή δράση με αιτήματα την πλήρη αποστρατικοποίηση, το άνοιγμα των οδοφραγμάτων για ελεύθερη διακίνηση ανθρώπων και αγαθών, για κοινή δράση και συντονισμό για την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών και την έμπρακτη διεκδίκηση της νεκρής ζώνης σαν χώρος εκδηλώσεων και κοινής δράσης. Μπορούμε και πρέπει να συντονίσουμε τη δράση μας σε μια τέτοια κατεύθυνση αν θέλουμε να γίνουμε αποφασιστικός παράγοντας και να επηρεάσουμε τις εξελίξεις και να μην έχουμε άλλα Κραν Μοντανά.
Ντίνος Αγιομαμίτης