Κοινό μέτωπο ε/κ και τ/κ εργαζομένων ενάντια στον εθνικισμό και τη λιτότητα για ειρήνη και επανένωση

Share it now!

Οι συνομιλίες και το καλό κλίμα που δημιουργήθηκε από πρωτοβουλίες που πήραν Αναστασιάδης – Ακιντζί έχουν αναπτερώσει τις προσδοκίες ότι αυτή τη φορά θα υπάρξει κάποια συμφωνία για διευθέτηση του κυπριακού.

Την τελευταία περίοδο έχουν δημιουργηθεί μια σειρά από δικοινοτικές ομάδες υποστήριξης των δύο ηγετών και των συνομιλιών αλλά και της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας που θέλουν να προετοιμάσουν το έδαφος για μια πιθανή συμφωνία με αυτό το περιεχόμενο.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτά δημιουργούν ένα θετικό κλίμα που ενοχλεί τους εθνικιστές και τους απορριπτικούς.

Όμως φτάνει το καλό κλίμα και οι συνομιλίες Αναστασιάδη - Ακκιντζί για να έχουμε μια διευθέτηση του Κυπριακού; Και τι είδους συμφωνία θα είναι αυτή;

Ειρήνη όχι μόνο «λύση»

Δεν μας ενδιαφέρει απλά να έχουμε μια συμφωνία διευθέτησης, μια «λύση» του Κυπριακού όπως συνηθίζει να την αποκαλεί ο κόσμος αλλά θέλουμε να έχουμε μια κοινά αποδεκτή συμφωνία που να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ειρήνη, δημοκρατία, ασφάλεια και ευημερία των απλών ανθρώπων που ζουν στο νησί.

Θέλουμε μια συμφωνία που να στηρίζεται πάνω στον αλληλοσεβασμό, την ανοχή της διαφορετικότητας, την κοινωνική αλληλεγγύη και να δημιουργεί τις προϋποθέσεις για συμφιλίωση και επανένωση. Που να καταργεί τα σύνορα όχι μόνο επί του εδάφους αλλά και αυτά που υπάρχουν στις καρδιές και τα μυαλά των ανθρώπων όπως συνήθιζε να λέει ο αξέχαστος Οζκιέρ Οζκιούρ. Θέλουμε αυτή η συμφωνία να είναι το αποτέλεσμα όχι μόνο κάποιων παζαριών και υποχωρήσεων των δύο ηγετών αλλά μια κοινωνική διαδικασία που να κινητοποιεί τις μάζες των εργαζομένων και των δύο πλευρών με στόχο να της δώσουν ένα περιεχόμενο που να προωθεί αυτές τις επιδιώξεις.

Μέσα από μια τέτοια διαδικασία όχι μόνο μπορούμε να εξασφαλίσουμε ότι θα έχουμε μια διευθέτηση που θα έχει τους καλύτερους όρους για τους απλούς ανθρώπους των δύο πλευρών ή καλύτερα όλων των κατοίκων του νησιού μας αλλά δημιουργούμε και τις προϋποθέσεις για ένα δικοινοτικό κίνημα που να δώσει τη μάχη με τον εθνικισμό και τη μισαλλοδοξία που είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο για μια τέτοια προοπτική.

Για να μπορέσουμε να παλέψουμε αποτελεσματικά για αυτά, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε το τοπίο σχετικά με τους παράγοντες που επηρεάζουν και διαμορφώνουν τις εξελίξεις στο κυπριακό. Τα συμφέροντα που εκπροσωπούν, τις πραγματικές επιδιώξεις τους, και ποιο πρόβλημα είναι που θέλει να «λύσει» ο καθένας από αυτούς.

Άρχουσες τάξεις

Πρώτα και κύρια οι ηγέτες που κάνουν τη διαπραγμάτευση. Δεν είναι απλά κάποιοι που είχαν ξαφνικά την επιφώτιση και έγιναν θερμοί υποστηρικτές της ειρήνης της συναδέλφωσης, της δημοκρατίας και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Ούτε ψάχνουν κάποια διευθέτηση με αυτό το στόχο. Αντιπροσωπεύουν την άρχουσα τάξη, ο καθένας της πλευράς του. Αναζητούν μια διευθέτηση σύμφωνη με τις «εθνικές επιδιώξεις» της άρχουσας τάξης της πλευράς τους.

Δίπλα στις τοπικές ελίτ βέβαια πρέπει να βάλουμε και τις άρχουσες τάξεις των μητέρων πατρίδων με τις «εθνικές επιδιώξεις» των οποίων συνήθως ταυτίζονται. Όταν αυτό δεν συμβαίνει τότε οι «μητέρες πατρίδες» δεν έχουν κανένα πρόβλημα να θυσιάσουν τις «κόρες», όπως έγινε με την Χούντα και τον Μακάριο το 1974. Κατά βάση όμως οι στόχοι είναι κοινοί ή αλληλένδετοι.

Ποιες είναι αυτές οι «εθνικές επιδιώξεις» που προσπαθούν να εξασφαλίσουν στη διαπραγμάτευση οι ηγεσίες των δύο πλευρών; Περισσότερο έδαφος, περισσότερη εξουσία, περισσότερο έλεγχο πάνω στους πλουτοπαραγωγικούς πόρους, ανάμεσα στους οποίους είναι και το ανθρώπινο δυναμικό, περισσότερα κέρδη, μεγαλύτερη συμμετοχή στον διεθνή καταμερισμό σε σφαίρες επιρροής και εκμετάλλευσης.

Για να εξασφαλίσουν αυτές τις «εθνικές επιδιώξεις» στο παρελθόν, οι άρχουσες τάξεις και των δύο πλευρών οδήγησαν στη σύγκρουση και τους πολέμους και εφάρμοσαν πολιτικές εθνικού ξεκαθαρίσματος. Είναι και οι δύο υπεύθυνες, για σφαγές, βιασμούς, λεηλασίες και οδήγησαν χιλιάδες ανθρώπους στο ξεριζωμό και την προσφυγιά. Με δυο λόγια και οι δυο άρχουσες τάξεις και οι εκπρόσωποι τους που κυβερνούσαν όλα αυτά τα χρόνια είναι μέρος του προβλήματος και όχι της λύσης. Όλα αυτά τα εγκλήματα δεν έγιναν από κάποιες ομάδες φανατικών που δρούσαν ανεξέλεγκτα, αλλά αντίθετα έγιναν με τον έλεγχο, την στήριξη και την ανοχή των κυβερνώντων, σε Κύπρο, Ελλάδα και Τουρκία. Οι αυτουργοί αυτών των εγκλημάτων όχι μόνο δεν τιμωρήθηκαν ποτέ αλλά θεωρούνταν και συνεχίζουν και σήμερα να τιμώνται σαν ήρωες και μεγάλοι πατριώτες.

Μέρος του προβλήματος βέβαια ήταν και ο «ξένος παράγοντας». Όλοι αυτοί οι μικροί και μεγάλοι ιμπεριαλιστές που έριχναν λάδι στη φωτιά του Κυπριακού για να εξασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα πάνω σε ένα νησί με τεράστια στρατηγική σημασία, στο σταυροδρόμι τριών Ηπείρων, στην πιο καυτή και ευαίσθητη περιοχή του πλανήτη, τη Μέση Ανατολή, την μεγαλύτερη αποθήκη πετρελαίων χαμηλού κόστους εξόρυξης. Αυτό είναι το πρόβλημα που αυτοί θέλουν να «λύσουν». Αυτή είναι η δική τους προτεραιότητα.

Τα νέα δεδομένα

Σήμερα έχουν διαμορφωθεί νέα δεδομένα, με πρώτο και πιο σημαντικό την εκλογή Ακκιντζί, που κέρδισε τις εκλογές με μια πολιτική που υπόσχονταν διευθέτηση του Κυπριακού που να επιτρέψει στους τουρκοκύπριους να βγουν από τη διεθνή απομόνωση με ένα τρόπο που «να μην είναι υποτελείς ούτε στη Άγκυρα ούτε στους ελληνοκύπριους». Αυτό ανάγκασε και τον Αναστασιάδη να επιστρέψει στις συνομιλίες. Μπορεί η εκλογή Ακιντζί να έδωσε μια καινούργια ώθηση στις συνομιλίες και να είναι πιο διαλλακτικός από τους προκατόχους του αλλά κανένας από τους δυο ηγέτες δεν μπορεί να δρα ανεξάρτητα και έξω από τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης της πλευράς του.

Το δεύτερο είναι οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή μετά τις αραβικές επαναστάσεις και τις επεμβάσεις των διάφορων ιμπεριαλιστών που έθρεψαν το Ισλαμικό Κράτος και δημιούργησαν μια εκρηκτική κατάσταση που απειλεί να τινάξει στον αέρα όλη την περιοχή. Μια διευθέτηση του Κυπριακού ελπίζουν ότι θα ενισχύσει σημαντικά την σταθερότητα στη περιοχή. Μιας μακροχρόνιας διένεξης που αφορά χριστιανούς και μουσουλμάνους.

Τρίτο είναι η παγκόσμια οικονομική κρίση που γονάτισε Ελλάδα και Κύπρο, τόσο στο νότο όσο και στον βορρά. Τόσο οι ελληνοκύπριοι εργαζόμενοι που γονάτισαν κάτω από το βάρος της τρόικας και των μνημονίων όσο και οι τουρκοκύπριοι που γονάτισαν κάτω από το βάρος των μέτρων λιτότητας που τους επιβάλλει η Τουρκία, ελπίζουν ότι μια διευθέτηση του Κυπριακού θα δώσει μια διέξοδο σε αυτή τη κρίση.

Τέταρτο είναι οι εξελίξεις στη Τουρκία, που παίζει ανάμεσα στον Ισλαμισμό και την Ευρωπαϊκή προοπτική, με την ανάδειξη των Κούρδων σε σημαντικό παράγοντα των εξελίξεων.

Τέλος είναι η πιθανή ύπαρξη υδρογονανθράκων στην περιοχή και η προοπτική εκμετάλλευσης τους που θα μπορούσε να δώσει μια γερή ώθηση στην οικονομία αν καταφέρουν να βρουν ένα τρόπο να τα συνεκμεταλευτούν.

Με αυτά τα δεδομένα, ψάχνουν να βρουν ένα κοινά αποδεκτό στάτους κβο, μέσα από το οποίο ελπίζουν να ωφεληθούν όλοι ή τουλάχιστο να μην βγει κανείς ζημιωμένος. Αυτό είναι στην ουσία το «κοινό όραμα» που μοιράζονται Ακκιντζί και Αναστασιάδης. Το αν θα τα καταφέρουν ή όχι είναι ένα ζήτημα που θα φανεί στην πορεία του χρόνου.

Εμείς σίγουρα προτιμούμε να συνομιλούν παρά να σφάζονται ή να καλλιεργούν ένα ψυχροπολεμικό κλίμα μέσα στο οποίο θα δυναμώνουν οι εθνικιστές και οι φασίστες. Μπορούμε να τους ενθαρρύνουμε αλλά δεν θα πρέπει να τους έχουμε εμπιστοσύνη.

Ακόμη και αν καταφέρουν να φτάσουν σε ένα κοινά αποδεχτό συμβιβασμό πόσο θα ανταποκρίνεται αυτή η συμφωνία στις προσδοκίες και τις επιδιώξεις των απλών ανθρώπων;

Τι διευθέτηση θέλουμε;

Η πλειοψηφία των απλών ανθρώπων και στις δυο πλευρές θέλει σήμερα μια διευθέτηση που να εξασφαλίζει την ειρήνη, την δημοκρατία, την ευημερία, την ισότητα και τον αλληλοσεβασμό. Θέλουν να ζήσουν σε ένα χώρο που θα μπορούν να δουλεύουν αυτοί και τα παιδιά τους και θα έχουν μια αξιοπρεπή ζωή και ασφαλισμένο μέλλον. Σε ένα χώρο που δεν θα τους θεωρούν «πελλότουρκους» ή «βρωμορωμιούς». Όπου οι δυνατότητες σου να μορφωθείς να βρεις μια καλή δουλειά, να ερωτευτείς και να φτιάξεις την ζωή σου δεν θα κρίνονται από την εθνική σου καταγωγή ή την θρησκεία σου, ή το χρώμα του δέρματος σου ή τις σεξουαλικές προτιμήσεις σου.

Είναι φανερό ότι αυτά πολύ λίγο ενδιαφέρουν αυτούς που σήμερα διαπραγματεύονται ή τις άλλες ξένες δυνάμεις που σπρώχνουν τη διαπραγμάτευση. Το παρελθόν τους είναι γεμάτο από παραδείγματα που δείχνουν αυτή την πραγματικότητα:

Πριν ένα χρόνο ήταν ο Αναστασιάδης που εγκατέλειψε τις συνομιλίες. Την περίοδο που οι Χριστόφιας - Ταλάτ έφτασαν σε σημαντικές συγκλίσεις ο Αναστασιάδης φόρεσε την φουστανέλα του και ζώστηκε τα άρματα σε ένα ανένδοτο αγώνα ενάντια στις «γενναιόδωρες παραχωρήσεις του Χριστόφια», για να εξασφαλίσει τη συνεργασία των απορριπτικών για να κερδίσει τις εκλογές. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το κόμμα του είναι αυτό που πρόσφερε και συνεχίζει να προσφέρει πολιτική στέγη σε κορυφαία στελέχη της ΕΟΚΑ Β και τιμά σαν ήρωες τους μεγάλους τουρκοφάγους Σαμψών, Γιωρκάτζη και άλλους. Και πιο πρόσφατα όμως, αντί να συμμετέχει με τον Ακκιτζι στη μεγάλη δικοινοτική συναυλία Λιβανελί – Φαραντούρη προτίμησε να πάει σε αντικατοχική εκδήλωση των δήμων της Αμμοχώστου και της Καρπασίας όπου ήταν όλο το εθνικιστικό συνάφι.

Η σημερινή μεταστροφή του Αναστασιάδη σε υπέρμαχο της ειρήνης που παραδέχεται «τα λάθη που έγιναν από όλες τις πλευρές» είναι καλοδεχούμενη γιατί έστω και αν δεν είναι ειλικρινής δημιουργεί ένα θετικό κλίμα μέσα στη κοινωνία. Δεν θα πρέπει όμως ούτε να μας πείθει, ούτε να μας εφησυχάζει.

Όσο για τις ευθύνες «των τρίτων» όπως τους αποκάλεσε ο Αναστασιάδης που επεμβαίνανε στο κυπριακό είναι οι ίδιοι που επεμβαίνουν και σήμερα. Δεν χρειάζεται και ιδιαίτερο ψάξιμο για να δούμε πόση σχέση έχουν αυτοί με την ειρήνη ή τη δημοκρατία ή με τα συμφέροντα των απλών ανθρώπων. Οι Αμερικανοί μαζί με τους Βρετανούς και τους συνεταίρους τους της Ε.Ε. με τις επεμβάσεις τους μετέτρεψαν σε κόλαση τη Μέση Ανατολή. Οδήγησαν το Ιρακ, τη Συρία, την Αίγυπτο, τη Λιβύη, την Υεμένη, στο μεσαίωνα και ακόμη δεν έχει τελειώσει το «φιλειρηνικό» τους έργο. Το μόνο που ενδιαφέρει αυτούς είναι τα δικά τους συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή.

Πώς θα την πετύχουμε;

Δεν πρέπει να κάτσουμε να περιμένουμε να μας φέρουν ένα σχέδιο κομμένο και ραμμένο στα μέτρα τους. Το ότι θα είναι «κυπριακής ιδιοκτησίας» όπως έλεγε ο Χριστόφιας και επαναλαμβάνει σήμερα ο Αναστασιάδης δεν σημαίνει ότι θα είναι και απαλλαγμένο από πρόνοιες που μπορεί να μας οδηγήσουν σε νέες πολεμικές αναμετρήσεις όπως για την οριοθέτηση της ΑΟΖ ή να μας εντάξουν στην εμπόλεμη ζώνη των συγκρούσεων στην γύρο περιοχή. Ούτε ότι θα είναι απαλλαγμένο από επιλογές που θα μας οδηγήσουν σε εργασιακό και κοινωνικό πισωγύρισμα.

Έτσι και αλλιώς η συμμετοχή σε στρατιωτικούς συνασπισμούς, άξονες και συμμαχίες είναι διακηρυγμένη θέση του κόμματος και της κυβέρνησης Αναστασιάδη, όπως και οι μνημονιακές πολιτικές λιτότητας, περικοπών και ιδιωτικοποιήσεων που έχουν οδηγήσει στην εξαθλίωση μεγάλο μέρος των εργαζομένων. Παρόμοια ισχύουν και για τους τουρκοκύπριους εξαιτίας των μέτρων λιτότητας που τους επέβαλε η τουρκική κυβέρνηση, αλλά και των άλλων «πρωτοκόλλων συνεργασίας» με τα οποία στην ουσία τους ελέγχει.

Το 2004 όταν έγινε η προηγούμενη προσπάθεια συμφωνίας με το σχέδιο Αναν δεν είχαμε καταφέρει ακόμη να κτίσουμε ισχυρούς δικοινοτικούς δεσμούς και κοινές πρωτοβουλίες από τα κάτω. Σήμερα είμαστε σε πολύ καλύτερη μοίρα. Μπορούμε και πρέπει να παρέμβουμε ώστε να μην βρεθούμε ξανά μπροστά σε ένα σχέδιο ή μια συμφωνία που να δημιουργεί τις προϋποθέσεις νέων συγκρούσεων ή να μετατρέπει το νησί μας σε ορμητήριο ενάντια στους λαούς της περιοχής μετατρέποντας μας σε εμπόλεμη ζώνη.

Σήμερα έχουμε πολύ περισσότερα που μας ενώνουν. Έχουμε κτίσει σχέσεις και συνεργασίες που αποτελούν ένα καλό υπόβαθρο για να κτίσουμε ένα ενιαίο μέτωπο αντίστασης ενάντια στον εθνικισμό και τον ιμπεριαλισμό, ενάντια στο ρατσισμό και το φασισμό, ενάντια στις μνημονιακές πολιτικές λιτότητας και περικοπών, ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις.

Τα τελευταία δέκα χρόνια βρεθήκαμε πολλές φορές μαζί σε δικοινοτικές εκδηλώσεις, πολιτικές, πολιτιστικές, κοινωνικές όπως και σε κοινούς αγώνες.

Ταξική ενότητα πέρα από «εθνικές επιδιώξεις»

Όλα αυτά μπορούν να είναι η βάση για να κτίσουμε ένα κοινό μέτωπο δράσης που να είναι αποφασιστικός παράγοντας στις πολιτικές εξελίξεις. Που να προβάλει τις δικές του θέσεις και αιτήματα στη διαμόρφωση του σχεδίου συμφωνίας για τη διευθέτηση του κυπριακού. Πάνω από όλα όμως ένα τέτοιο ταξικό, διεθνιστικό κίνημα είναι η μόνη πραγματική εγγύηση που μπορούμε να έχουμε όχι μόνο για την ειρηνική εφαρμογή μιας κοινά αποδεκτής συμφωνίας αλλά και για να εξουδετερώσει τους όποιους κινδύνους μπορεί να υπάρξουν από ασάφειες και παρερμηνείες που θα υπάρχουν σε ένα σχέδιο που θα προσπαθεί να συμβιβάσει τόσα διαφορετικά συμφέροντα. Είναι η μόνη μας εγγύηση απέναντι στους εθνικιστές που θα καιροφυλαχτούν για να βρουν την ευκαιρία να τα τινάξουν όλα στον αέρα όπως έκαναν τόσες φορές στο παρελθόν.

Για να κτίσουμε αυτό το μέτωπο χρειάζεται να δράσουμε μαζί αλλά και παράλληλα και να προβάλουμε τις διεκδικήσεις μας.

Να απαιτήσουμε την πλήρη αποστρατικοποίηση του νησιού μας. Αυτό σημαίνει ότι εκτός από τις στρατιωτικές δυνάμεις των δύο πλευρών και τις βάσεις, θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει και τη στρατιωτική παρουσία ή τις διευκολύνσεις σε άλλες δυνάμεις όπως το Ισραήλ, ή Αίγυπτος, οι ΗΠΑ, η Ρωσία και άλλες με τις οποίες σήμερα υπάρχουν ειδικές συμφωνίες για κοινή στρατιωτική δράση ή την παραχώρηση διευκολύνσεων στα πλαίσια του πολέμου «κατά της τρομοκρατίας» όπως έχουν βαφτίσει τις επιθέσεις τους στην περιοχή. Αυτά όλα μας μετατρέπουν όχι μόνο σε μέρος της πολεμικής σύγκρουσης που ταλανίζει την πιο ασταθή περιοχή του πλανήτη, αλλά και συνένοχους στα εγκλήματα τους.

Θα πρέπει να αντιταχθούμε στον Κύπρος – Ελλάδα – Ισραήλ ή Κύπρος – Ελλάδα – Αίγυπτος που στήνουν Αναστασιάδης και Τσίπρας. Οι άξονες αυτοί δεν είναι άξονες ειρήνης και ασφάλειας όπως διακηρύσσουν οι εμπνευστές τους, αλλά λυκοσυμμαχίες για να ενισχύσουν τη θέση τους στο γεωπολιτικό παιχνίδι και να αποκτήσουν πλεονεκτήματα απέναντι στον βασικό τους αντίπαλο που είναι η τούρκικη άρχουσα τάξη. Βάζουν την Κύπρο για τα καλά μέσα στη πιο καυτή εμπόλεμη ζώνη του πλανήτη και καλλιεργούν την αντιπαράθεση με την άλλη πλευρά.

Ενάντια στη λιτότητα

Θα πρέπει να διεκδικήσουμε ώστε να υπάρχει ενιαία πολιτική ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις και ρητή απαγόρευση ενάντια στο ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων κοινής ωφελείας, ηλεκτρισμός, νερό, τηλέφωνα, λιμάνια, αεροδρόμια, κλπ. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στην οργάνωση αυτών των υπηρεσιών σε ενιαία ομοσπονδιακή βάση, που θα ήταν και το πιο καλό προς όφελος όλων των εργαζομένων στο νησί μας

Στον τομέα της υγείας θα πρέπει να υπάρχει πρόνοια για ένα Γενικό Σχέδιο Υγείας οργανωμένο σε ομοσπονδιακή βάση για να καλύπτει το σύνολο του πληθυσμού με πλήρη και δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Στο τομέα της Παιδείας πρέπει να διεκδικήσουμε να υπάρχουν πρόνοιες για μια δημοκρατική Παιδεία που να καλλιεργεί την ειρήνη, τη συνεργασία, τη συμφιλίωση, την κοινωνική αλληλεγγύη, την ανοχή στη διαφορετικότητα. Η ιστορία της Κύπρου πρέπει να δίνεται στην ολότητα της σε όλες τις κοινότητες και όχι επιλεκτικά αυτή που βολεύει «τις εθνικές επιδιώξεις» της κάθε πλευράς, όπως γίνεται σήμερα.

Σε ενιαία βάση θα πρέπει να είναι οργανωμένες και οι εργασιακές σχέσεις ώστε να μην δημιουργούνται διακρίσεις. Οι όροι απασχόλησης θα πρέπει να είναι οι ίδιοι σε όλη την επικράτεια του νησιού και για όλο τον πληθυσμό. Η εξίσωση αυτή θα πρέπει να γίνει με την υιοθέτηση του ψηλότερου κεκτημένου.

Θα πρέπει να συμβάλουμε στην υλοποίηση των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και να προσπαθήσουμε να τα διευρύνουμε και με άλλα όπως για παράδειγμα τη δημιουργία ενός κοινού μνημείου για τα αθώα θύματα των πολέμων στην Κύπρο, ελληνοκύπριους και τουρκοκύπριους.

Όλα αυτά θα μπορούσαν να γίνουν μέρος της κοινής μας δράσης. Οι δικοινοτικές οργανώσεις, οι δικοινοτικές πλατφόρμες των οργανώσεων και των συνδικάτων θα πρέπει να συμμετέχουν αποφασιστικά και να οργανώσουν την πάλη για αυτά τα ζητήματα

Για να γίνουν αυτά χρειάζεται κάποιος να πάρει την πρωτοβουλία. Η Δικοινοτική Ριζοσπαστική Αριστερή Συνεργασία (Δ.Ρ.Α.Συ.) που ανταποκρίθηκε σε μια τέτοια πρό(σ)κληση στις ευρωεκλογές του 2014, μπορεί και πρέπει να ανταποκριθεί και σε αυτή την ιστορική συγκυρία. Είναι σίγουρο ότι θα βρεθούν πολλοί να την στηρίξουν και από τις δύο πλευρές.

Ντίνος Αγιομαμίτης