Η γερμανική επανάσταση του 1848 - Ό Μαρξ κι ό Ένγκελς στη Ρηνανία - Η ιδρυση της Νέας Εφημερίδας του Ρήνου - Γκότσαλκ καί Βίλιχ - Η Εργατική Ενωση της Κολωνίας - Πολιτική καί τακτική της Νέας Εφημερίδας του Ρήνου - Στέφαν Μπόρν -Η στροφή στην τακτική του Μαρξ - Η ήττα της επανάστασης καί οί διαφορές απόψεων στην Ενωση των Κομμουνιστών - Η διάσπαση.
Σύντροφοι, φτάσαμε τώρα στήν επανάσταση του Φλεβάρη. Καταρχή θέλω να σας υπενθυμίσω ένα σημαντικότατο γεγονός. Την τελευταία φορά διαπισπωσαμε ότι το Μανιφέστο του Κομμουνιστικου Κόμματος τυπώθηκε λίγες μέρες πρίν απ’ την έκρηξη της επανάστασης του Φλεβάρη. Η οργάνωση της Ένωσης των Κομμουνιστών συγκροτήθηκε μόλις το Νοέμβρη του 1847 - μια οργάνωση, που περιλάμβανε ξένους συλλόγους, το σύλλογο του Παρισιού, των Βρυξελών καί του Λονδίνου, κι η οποία είχε μόνο περιορισμένη επαφή με μερικές μικρές γερμανικές ομάδες.
Καί μόνο αυτό άρκει για να υποθέσουμε, ότι οί οργανωμένες δυνάμεις με τίς όποιες ειχε να κάνει ό Μαρς - δε μιλώ για ολόκληρη την Ένωση των Κομμουνιστών, αλλά μόνο για το γερμανικό τμήμα - ότι λοιπόν οί οργανωμένες δυνάμεις, στίς οποίες μπορούσε να υπολογίζει κανείς, ήταν πολύ μικρές. Η επανάσταση ξεσπάει κιόλας στίς 24 του Φλεβάρη του 1848 στο Παρίσι. Γρήγορα επεκτείνεται στη Γερμανία. Στίς 3 του Μάρτη στην Κολωνία, την πρωτεύουσα της Ρηνανίας, διαδραματίζεται κάτι σαν λαϊκή εξέγερση. Οί δημοτικοί άρχοντες είναι αναγκασμένοι να στραφούν με μια αναφορά στο βασιλιά της Πρωσίας, για να του επιστήσουν την προσοχή σ’ αυτή τη λαϊκή εξέγερση καί να κάνει μερικές παραχωρήσεις. Επικεφαλής σ’ αυτή την εξέγερση ή, αν το θέλετε, σ’ αυτή την αναταραχή στίς 3 του Μάρτη στην Κολωνία ήταν δυο άτομα - συγκρατείστε τα ονόματα: ό Γκότσαλκ, γιατρός δημοφιλέστατος ανάμεσα στους εργάτες καί τους φτωχούς της Κολωνίας, καί ό πρωην αξιωματικός Βίλιχ. Δέκα μόνο μέρες μετά την 3η του Μάρτη ξεσπάει η επανάσταση στη Βιένη, την πρωτεύουσα της Αυστρίας. Στίς 18 του Μάρτη επεκτείνεται στο Βερολίνο, την πρωτεύουσα της Πρωσίας.
Την εποχή εκείνη ό Μαρξ βρίσκεται στίς Βρυξέλες. Η βελγική κυβέρνηση, πού δε θέλει να μοιραστεί την τύχη της ιουλιανής μοναρχίας, στρέφεται κατά των εξόριστων πού ζουν στίς Βρυξέλες, συλλαμβάνει τον Μαρξ καί μετά από μερικές μέρες τον άπελαύνει άπ’ τίς Βρυξέλες. Ό Μαρξ φεύγει για το Παρίσι, όπου τον είχαν μόλις προσκαλέσει.
Ένας άπ’ τους ηγέτες της προσωρινής κυβέρνησης, ό Φλοκόν, συντάκτης της εφημερίδας όπου συνεργαζόταν ό Ένγκελς, στέλνει αμέσως ένα γράμμα στον Μαρξ, στο όποιο εξηγεί, ότι στο ελεύθερο τώρα γαλλικό έδαφος όλα τα διατάγματα της παλιάς κυβέρνησης έχουν καταργηθεί, καί τον προτρέπει να επιστρέψει.
Η περιφερειακή επιτροπή των Βρυξελών, στην όποια η επιτροπή του Λονδίνου είχε μεταβιβάσει τις αρμοδιότητες της μόλις ξέσπασε η επανάσταση, τίς μεταβιβάζει με τη σειρά της στον Μαρξ. Ανάμεσα στους γερμανούς εργάτες πού συρρέουν στο Παρίσι, γεννιούνται διαμάχες καί οργανώνονται διάφορες ομάδες. Με μια άπ’ αυτές έχει σχέσεις κι ό συμπατριώτης μας ό Μπακούνιν, που μαζί με το γερμανό ποιητή Χέρβεγκ συλλαμβάνει ένα παρανοϊκό σχέδιος θέλουν, με μια ένοπλη οργάνωση, να επιτεθούν στη Γερμανία.
Ό Μαρξ πασχίζει ν’ αποτρέψει τους εργάτες άπ’ αυτό το σχέδιο καί τους προτείνει να πάνε μεμονωμένα στη Γερμανία κι εκεί να συμμετάσχουν στα επαναστατικά γεγονότα. Ό Μπακούνιν κι ό Χέρβεγκ επιμένουν στο παλιό τους σχέδιο. Ο Χέρβεγκ οργανώνει μια επαναστατική λεγεώνα καί μπαίνοντας επικεφαλής, βαδίζει προς τα γερμανικά σύνορα, όπου καί συντρίβεται. Ό Μαρξ καταφέρνει μαζί με άλλους συντρόφους να φτάσει στη Γερμανία, όπου εγκαθίστανται σε διάφορα μέρη - ό Μαρξ κι ό Ένγκελς στη Ρηνανία.
Τώρα, σύντροφοι, θα ‘πρεπε άπ’ τα πρίν να συγκρατήσουμε το εξής: ό Μαρξ κι ό Ένγκελς ήταν υποχρεωμένοι να κάνουν τους υπολογισμούς τους μ’ ένα ορισμένο γεγονός - το γερμανικό τμήμα της Ένωσης των Κομμουνιστών δέ διέθετε απολύτως καμιά όργάνωση. Υπήρχαν μόνο μεμονωμένα άτομα πού συμπαθούσαν την Ένωση. Τι μπορούσαν να κάνουν ό Μαρξ κι ό Ένγκελς καί οί στενότεροι σύντροφοι τους: Σαράντα περίπου χρόνια μετά τα γεγονότα αυτά, ό Ένγκελς προσπάθησε να εξηγήσει σε νεαρούς συντρόφους την τακτική πού είχαν ακολουθήσει αυτός κι ό Μαρξ το 1848 στη Γερμανία. Τους ρωτούσαν γιατί δεν πήγαν στο Βερολίνο, παρά κάθησαν στη Ρηνανία, στην Κολωνία. Απαντούν: Διαλέξαμε τη Ρηνανία γιατί ήταν η πιο αναπτυγμένη βιομηχανικά, τη διαλέξαμε γιατί εκεί ίσχυε η ναπολεόντεια νομοθεσία, κληρονομιά της γαλλικής επανάστασης, κι επειδή εκεί μπορούσαμε να υπολογίζουμε σε μια μεγάλη ελευθερία κινήσεων, σε μια μεγάλη ελευθερία δράσης καί προπαγάνδας.
Έξαλλου στη Ρηνανία υπήρχε σημαντικότερο προλεταριάτο. Μόλο πού η ίδια η Κολωνία δεν ανήκε στίς πιο εξελιγμένες περιοχές της Ρηνανίας, όσο αφορά τη βιομηχανική της ανάπτυξη, ήταν η πρωτεύουσα, όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένες όλες οί αρχές, η πόλη πού σ’ όλες τις άλλες σχέσεις ήταν το κέντρο ολόκληρης της επαρχίας. Ως προς τον πληθυσμό, η Κολωνία ήταν μια άπ’ τίς μεγαλύτερες πόλεις της Ρηνανίας, αν καί θα εκπλαγείτε ν’ ακούσετε, πώς η Κολωνία είχε μόνο 80.000 κατοίκους. Το προλεταριάτο αποτελούσε ένα σημαντικότατο τμήμα του πληθυσμού, μόλο πού μόνο ένα ελάχιστο ποσοστό εργαζόταν στη μεγάλη βιομηχανία. Τα μεγαλύτερα εργοστάσια ήταν διυλιστήρια ζάχαρης. Η Κολωνία εξάλλου φημιζόταν για μια παραγωγή πού ανήκει στη χημική βιομηχανία: την κατασκευή της κολώνιας. Όλα αυτά όμως δεν αποτελούν μηχανική μεγαλοβιομηχανία. Σχετικά με την ανάπτυξη της υφαντουργίας έμενε σημαντικά πίσω άπ’ το Έλμπερφελντ καί το Μπάρμεν. Όπωσδήποτε ό Μάρξ κι ό Ένγκελς είχαν ένα σημαντικό λόγο, όταν διάλεξαν σαν τόπο παραμονής τους την Κολωνία. Ηθελαν να επιδράσουν πάνω σ’ ολόκληρη τη Γερμανία, ήθελαν να ιδρύσουν ένα μεγάλο όργανο, πού θα ‘ταν ένα βήμα για ολόκληρη τη χώρα, και για κάτι τέτοιο, κατά τη γνώμη τους, η Κολωνία ήταν ο πιο κατάλληλος τόπος. Πράγματι, στη Ρηνανία εκδόθηκε το 1842 το πρώτο μεγάλο πολιτικό όργανο της γερμανικής αστικής τάξης. Ηδη είχαν αρχίσει οί προπαρασκευαστικές εργασίες για την έκδοση ενός τέτοιου οργάνου, κι ό Μαρξ κι ό Ένγκελς πέτυχαν να πάρουν στα χέρια τους τη νεόκοπη εφημερίδα.
Η εφημερίδα αυτή όμως ήταν όργανο της δημοκρατίας. Ό Ένγκελς προσπαθεί να εξηγήσει γιατί διάλεξαν την ονομασία «Οργανο της Δημοκρατίας». Επισημαίνει το γεγονός ότι δεν υπήρχε καμιά προλεταριακή Οργάνωση, καί πως άπ’ την αρχή δεν απέμεναν παρά μόνο δυο δρόμοι: Η άμέσως, άπ’ την πρώτη μέρα, ν’ αρχίσουν με την οργάνωση ενός κομμουνιστικού κόμματος, η να χρησιμοποιήσουν τις ήδη υπάρχουσες δημοκρατικές οργανώσεις, να τίς ενώσουν, να πραγματοποιήσουν μέσα σ’ αυτές τίς ίδιες με την κριτική καί την προπαγάνδα την αναπόφευκτη αναδιοργάνωση, καί να προσελκύσουν σ’ αυτήν τη γενική δημοκρατική όργάνωση καί τους διάφορους εργατικούς σύλλογους, πού δεν έχουν μπει σέ μια δημοκρατική οργάνωση. Ό δεύτερος δρόμος πού διάλεξαν ό Μαρξ καί ό Ένγκελς, σήμαινε μια άρνηση για το χτίσιμο ειδικά προλεταριακών οργανώσεων στη Ρηνανία καί την είσοδο στη Δημοκρατική Ένωση πού υπήρχε στην Κολωνία. Αυτό έφερε τον Μαρξ καί τον Ένγκελς άπ’ την αρχή σε μια κάπως άμφίβολη κατάσταση απέναντι στην Εργατική Ένωση της Κολωνίας, πού είχε ιδρυθεί αμέσως μετά τις 3 του Μάρτη άπ’ τον Γκότσαλκ καί τον Βίλιχ.
Ο Γκότσαλκ ήταν, οπως σας έχω πει, γιατρός καί πολύ δημοφιλής ανάμεσα στους φτωχούς της Κολωνίας. Οσο άφορα την κοσμοθεώρησή του δεν ήταν κομμουνιστής. Στή διαμάχη πριν απ’ την ίδρυση της ένωσης πλησίαζε μάλλον τον Βάιτλινγκ καί τους οπαδούς του. Ηταν ένας καλός επαναστάτης, υπέκυπτε όμως εύκολα στα διάφορα ρεύματα. Από προσωπική άποψη ήταν ένας άμεμπτος άνθρωπος, πού δεν είχε όμως κανένα απολύτως σταθερό πρόγραμμα, αν καί αντιμετώπιζε γενικά πολύ κριτικά τη δημοκρατία, έτσι πού στην πρώτη του εμφάνιση στο δημαρχείο δήλωσε: «Δεν παρουσιάζομαι στ’ όνομα του λαού, γιατί σ’ αυτό το λαό ανήκουν κι όλα αυτά τα υπηρεσιακά πρόσωπα – όχι, απευθύνομαι σε σας μόνο, στ’ όνομα του εργατικού πληθυσμού».
Ηταν υπέρ των επαναστατικών μέτρων, ταυτόχρονα όμως, αφού ήταν δημοκράτης, ζητούσε για τη Γερμανία μια ομοσπονδία των γερμανικών δημοκρατιών. Αυτό ήταν, όπως θα δείτε, μια άπ’ τίς πιο σημαντικές διαφωνίες του με τον Μαρξ. Ό σύλλογος πού είχε ιδρύσει στην Κολωνία, η «Εργατική Ένωση Κολωνίας», πολύ σύντομα συσπείρωσε σχεδόν όλα τα προλεταριακά στοιχεία κι όλους τους εργάτες της πόλης. Αριθμούσε περί τα 7.000 μέλη, καί για μια πόλη μ’ ένα πληθυσμό 80.000 κατοίκων ό αριθμός αυτός ήταν τεράστιος.
Η Εργατική Ένωση, πού είχε επικεφαλής τον Γκότσαλκ. σύντομα ήρθε σε σύγκρουση με την οργάνωση, στην οποία είχαν προσχωρήσει ό Μαρξ κι ό Ένγκελς. Πρέπει να σημειώσω ότι σ’ αυτή την τεράστια εργατική οργάνωση υπήρχαν καί στοιχεία πού δε συμμερίζονταν την τοποθέτηση του Γκότσαλκ. Θα σας θυμίσω τ’ όνομα του Μόλ, του ίδιου Μόλ, πού είχε σταλεί απ’ την Κομμουνιστική Επιτροπή του Λονδίνου, στην επιτροπή των Βρυξελών για να συζητήσει για την οργάνωση του συνεδρίου. Ό Μόλ, ένα άπ’ τα πιο σημαντικά μέλη της Ενωσης των Εργατών, συνδεόταν φυσικά στενά με τον Μαρξ καί τον Ένγκελς. Ό Σάπερ πού, όπως θα θυμόσαστε, συμμετείχε απ’ το 1810 στην ιστορία του εργατικού καί του κομμουνιστικού κινήματος, ήταν επίσης μέλος της Εργατικής Ένωσης της Κολωνίας. Μ’ αυτό τον τρόπο πολύ γρήγορα οργανώθηκαν μέσα στην ίδια την Εργατική Ενωση της Κολωνίας δύο παρατάξεις. Ομως πλάι στην Εργατική Ενωση της Κολωνίας υπήρχε ακόμα ένας δημοκρατικός σύλλογος, στον οποίο ανήκαν ό Μαρξ, ό Ένγκελς κι άλλοι. Αυτό ήταν το αποτέλεσμα του σχεδίου, για το οποίο μίλησε πολλά χρονιά αργότερα ό Ένγκελς σ’ ένα άρθρο του στη Νέα Έφημερίδα τον Ρήνου. Ό Μαρξ κι ό Ένγκελς έλπιζαν, ότι σ’ αυτό το κεντρικό όργανο, πού άρχισε να εκδίδεται στην Κολωνία την 1η του Ιούνη 1848, θα δημιουργούσαν τον πυρήνα, πού γύρω του θα συγκεντρώνονταν, μέσα στη διαδικασία του επαναστατικού άγωνα, όλες οί μελλοντικές κομμουνιστικές οργανώσεις. Δεν πρέπει να πιστέψει κανείς, ότι ό Μαρξ κι ό Ένγκελς μπήκαν σαν δημοκράτες σ’ αυτό το όργανο της δημοκρατίας. Οχι, μπήκαν σαν κομμουνιστές, καί θωρούνταν σαν η πιο ακραία πτέρυγα ολόκληρης της δημοκρατίας. 11
Ούτε στιγμή δεν έπαψαν να κριτικάρουν με τον πιο οξύ τρόπο, όχι μόνο τα λάθη του γερμανικού φιλελεύθερου κόμματος, αλλά προπάντων, τα λάθη της δημοκρατίας. Καί το ‘καναν αυτό με τόση πίστη, πού άμεσως από τους πρώτους μήνες έχασαν όλους τους μετόχους. Στό πρώτο κιόλας άρθρο του στη Νέα Εφημερίδα του Ρήνου, ό Μαρξ ασκεί αδυσώπητη κριτική στη δημοκρατία. Όταν ήρθε η είδηση για την ήττα πού γνωρισε το προλεταριάτο του Παρισιού τον Ιούνη, όταν ό Καβαινιάκ12, με την υποστήριξη όλων των αστικών κομμάτων, χτύπησε το προλεταριάτο του Παρισιού, προκαλώντας μια σφαγή στην οποία σκοτωθηκαν μερικές χιλιάδες παρισινοί προλετάριοι, η Νέα Εφημερίδα του Ρήνου -όργανο της δημοκρατίας - δημοσίεψε ένα ίσαμε σήμερα ανυπέρβλητο σε δύναμη καί πάθος άρθρο, με το οποίο ό Μαρξ μαστιγώνει τους αστούς δήμιους καί τους δημοκράτες ακόλουθους τους.
θα σας διαβάσω μια μικρή περικοπή άπ’ το άρθρο αυτό:
Οί εργάτες του Παρισιού συντρίφτηκαν άπ’ την υπεροπλία, δεν ύπέκυψαν σ’ αυτήν. Τσακίστηκαν, μα οί αντίπαλοι τους ηττήθηκαν. Ό προσωρινός θρίαμβος της ωμής βίας ξεπληρώθηκε με τη διάλυση κάθε αυταπάτης καί φαντασίωσης της επανάστασης του Φλεβάρη, ξεπληρώθηκε με την αποσύνθεση ολόκληρου του παλιού-δημοκρατικού κόμματος, με τη διάσπαση του γαλλικού έθνους σε δυο έθνη, το έθνος των ιδιοκτητών καί το έθνος των εργατών. Η τρίχρωμη δημοκρατία έχει πια μόνο ενα χρώμα, το χρώμα των νικημένων, το χρώμα του αίματος. Εγινε κόκκινη δημοκρατία.(...) Η επανασταση του Φλεβάρη ήταν η ωραία επανάσταση, η επανάσταση της γενικής συμπάθειας, γιατί οί αντιθέσεις που ξέσπασαν μέσα της ενάντια στη βασιλεία, δεν είχαν άναπτυχθει καί βρίσκονταν σε μια λανθάνουσα κατάσταση, επειδή ό κοινωνικός αγώνας πού βρίσκεται από πίσω τους είχε πάρει μόνο τη μορφή της φράσης καί του λόγου. Η επανάσταση του Ιούνη είναι η αποτρόπαιη επανάσταση, η απεχθής επανάσταση, γιατί η φράση αντικαταστάθηκε άπ’ την πράξη, γιατί η δημοκρατία αποκάλυψε το κεφάλι του τέρατος, βγάζοντας το στέμμα πού το έκρυβε.
(...) Η βαθιά άβυσσος πού ανοίχτηκε μπροστά μας, μπορεί να εξαπατήσει εμάς τους δημοκράτες, μπορεί να μας κάνει να φανταστούμε, ότι οί αγώνες για τη μορφή του κράτους είναι άσκοποι, απατηλοί καί μάταιοι: Μόνο αδύναμα, δειλά πνεύματα μπορούν να θέτουν αυτό το πρόβλημα. Στίς συγκρούσεις πού προκαλούνται άπ’ τους όρους της ίδιας της αστικής κοινωνίας, πρέπει να θριαμβεύσουμε, δε μπορούν να εξαφανιστούν με χιμαιρικά ονειροπολήματα. Η καλύτερη μορφή κράτους είναι εκείνη στην όποια οί κοινωνικές αντιθέσεις δεν εξαλείφονται, δεν καταστέλλονται με τη βία, άρα μόνο τεχνητά καί μόνο φαινομενικά. Η καλύτερη μορφή κράτους είναι εκείνη στην όποια οί αντιθέσεις αυτές παλεύουν ελεύθερα καί επιλύονται. Θα μας ρωτήσουν, αν θα κλάψουμε, αν θα αναστενάξουμε, αν θα μιλήσουμε για τα θύματα της λαϊκής οργής, για την έθνοφρουρά, για την κινητή φουρά, για τη δημοκρατική φρουρά, για τον τακτικό στρατό: Η πολιτεία θα φροντίσει τις χήρες καί τα ορφανά τους. Διατάγματα θα τους εξυμνήσουν, οί κηδείες τους θα γίνουν με μεγαλοπρεπείς τελετές, ό επίσημος Τύπος θα τους ανακηρύξει αθάνατους, η ευρωπαϊκή αντίδραση θα τους δοξάσει άπ’ Ανατολή σε Δύση.
Ομως οί πληβείοι, ρημαγμένοι άπ’ την πείνα, καταφρονημένοι άπ’ τον Τύπο, εγκαταλειμμένοι απ’ τους γιατρούς, βρισμένοι άπ’ τους αξιοπρεπείς σαν ληστές, εμπρηστές καί κατάδικοι, οί γυναίκες και τα παιδιά τους ριγμένα σε μια ακόμα πιο φοβερή αθλιότητα, με τους άριστους άπ’ τους ζωντανούς εξόριστους μακριά - προνόμιο καί δικαίωμα τον δημοκρατικού Τύπου είναι να πλέξει σ’ αυτούς το δάφνινο στεφάνι γύρω άπ’ το απειλητικά σκοτεινό τους μέτωπο. 13
Το άρθρο αυτό γράφτηκε στις 28 Ιούνη του 1848. Ενα τέτοιο άρθρο μόνο ένας κομμουνιστής μπορούσε να το γράψει, κι ό Μαρξ κι ό Ένγκελς δε μπορούσαν να ξεγελάσουν κανένα με την τακτική τους. Η εφημερίδα τους έχασε κάθε χρηματική ενίσχυση άπ’ τη δημοκρατική αστική τάξη. Έγινε τότε πραγματικά όργανο των εργατών της Κολωνίας, των γερμανών εργατών.
Την ίδια εποχή, άλλα μέλη της Ένωσης των Κομμουνιστών, πού ήταν διασπαρμένα σ’ ολόκληρη τη Γερμανία, συνέχιζαν το έργο τους. Ενας άπ’ αυτούς τους κομμουνιστές πρέπει ν’ αναφερθεί ονομαστικά - είναι ό Στέφαν Μπόρν, στοιχειοθέτης στο επάγγελμα. Ό Ένγκελς γράφει γι’ αυτόν μια δυσμενή κρίση, στον πρόλογο μιας μπροσούρας του Μαρξ. Ό Στέφαν Μπόρν είχε προτιμήσει μιαν άλλη τακτική. Μόλις έφτασε στην Πρωσία, εγκαταστάθηκε στο Βερολίνο, πού ήταν εργατικό κέντρο, καί βάλθηκε να δημιουργήσει μια μεγάλη εργατική οργάνωση. Με τη βοήθεια μερικών συντρόφων ίδρυσε το μικρό όργανο «Εργατική Άδερφότητα» καί άσκησε συστηματική προπαγάνδα ανάμεσα στους εργάτες των διάφορων επαγγελματικών κλάδων. Δεν αρκέστηκε, όπως ό Γκότσαλκ κι ό Βίλιχ στην Κολωνία, σε μια καθαρά πολιτική εργατική ένωση. Ό Μπόρν ανέλαβε να οργανώσει συνδικάτα καί διάφορες ενώσεις, πού θα ‘χαν σκοπό τους να προασπίζουν τα οικονομικά συμφέροντα των εργατών. Δούλεψε τόσο έντονα, ώστε πολύ σύντομα μπόρεσε να επεκτείνει την οργάνωση αυτή σε μια σειρά από γειτονικές πόλεις καί σε άλλα τμήματα της Γερμανίας. Όμως η οργάνωση είχε ένα μειονέκτημα: Ήταν, για να χρησιμοποιήσουμε τη δική μας έκφραση, μια καθαρά εργατική όργάνωση καί ασχολούνταν αποκλειστικά με τα καθαρά οικονομικά καθήκοντα της εργατικής τάξης. Ετσι στην ίδια περίοδο που μερικά μέλη της Ένωσης των Κομμουνιστών όπως ό Μπόρν - ένας πολύ προικισμένος άνθρωπος -δημιουργούσαν αυτές τίς καθαρά εργατικές οργανώσεις, άλλα μέλη στα νότια της Γερμανίας επιδίωκαν, με επικεφαλής τον Μαρξ, να στρέψουν όλες τίς δυνάμεις στην αναμόρφωση του δημοκρατικού κόμματος, ώστε άπ’ την εργατική τάξη να φτιάξουν τον πυρήνα ενός ριζοσπαστικού δημοκρατικού κόμματος. Μ’ αυτό το πνεύμα εκτελούσε ό Μαρξ καί κάθε άλλη δουλιά. Η Νέα Εφημερίδα του Ρήνου ασχολούνταν κι έπαιρνε θέση για όλα τα σημαντικά προβλήματα. Πρέπει να πούμε, πώς μέχρι σήμερα η εφημερίδα αυτή αποτελεί ανυπέρβλητο πρότυπο επαναστατικής δημοσιογραφίας. Καμιά εύρωπαίκή ή ρωσικη εφημερίδα δεν έφτασε ποτέ το επίπεδο της Νέας Εφημερίδας του Ρήνου. Τα άρθρα δεν έχασαν τίποτα άπ’ τη φρεσκάδα καί το επαναστατικό τους πάθος, δεν έχασαν τίποτα απ’ την οξύτητα της άνάλυσης ολων των επίκαιρων γεγονότων, μολονότι τώρα μας χωρίζουν άπ’ αυτά σχεδόν 80 χρόνια. Μπορείτε καί σήμερα ακόμα να διαβάσετε τα άρθρα αυτής της εφημερίδας, καί θα ‘χετε μπροστά σας μια ιστορία της γερμανικής επανάστασης, μια ιστορία της γαλλικής επανάστασης, λες κι η γερμανική ή γαλλική επανάσταση γράφουν τη δική τους ιστορία, λες καί μιλούν για τον εαυτό τους — τόσο ζωντανά καί βαθιά πραγματεύεται η εφημερίδα, ιδιαίτερα στα άρθρα του Μαρξ, ολα τα επίκαιρα γεγονότα.
Η Νέα Εφημερίδα του Ρήνου χάραξε τότε την παρακάτω τακτική, στηριγμένη πάλι στην πείρα της γαλλικής επανάστασης: Ό πόλεμος με τη Ρωσία είναι η μοναδική σωτηρία για τη δυτικοευρωπαϊκή επανάσταση, πού με την ήττα του παρισινού προλεταριάτου είχε υποστεί το πρώτο βαρύ χτύπημα. Η ιστορία της γαλλικής επανάστασης μας δείχνει, ότι ακριβώς η επιδρομή του συνασπισμού στη Γαλλία, έδωσε την ώθηση για ένα καινούργιο δυνάμωμα του επαναστατικού κινήματος. Τα μετριοπαθή κόμματα παραμερίστηκαν. Επικεφαλής του κινήματος βρίσκονταν τα κόμματα πού μπορούσαν ν’ άπωθήσουν ενεργά αυτή την εξωτερική επίθεση. Το αποτέλεσμα της εισβολής του συνασπισμού στή Γαλλία ήταν η ανακήρυξη της δημοκρατίας στις 10 Αυγούστου του 1792. Ό Μαρξ κι ό Ένγκελς περίμεναν πώς ό πόλεμος της αντίδρασης κατά της νέας επανάστασης θα είχε τα ιδια επακόλουθα. Γιαυτό η Νέα Εφημερίδα του Ρήνου άσκησε αδυσώπητη κριτική κατά της Ρωσίας. Η Ρωσία στιγματιζόταν συνέχεια σαν η δύναμη πού βρισκόταν πίσω απ’ την αυστριακή καί τη γερμανική αντίδραση. Σέ κάθε άρθρο αποδείχνεται, ότι ό πόλεμος κατά της Ρωσίας είναι το μοναδικό μέσο για να σωθεί η επανάσταση. Η επιδίωξη είναι, μ’ αυτό τον πόλεμο, να προετοιμαστεί η δημοκρατία σαν η μοναδική διέξοδος. Επαναλάμβανω: κι ό Μαρξ κι ό Ένγκελς επέμεναν, πώς ό πόλεμος με τη Ρωσία θα ‘δίνε την τελευταία ώθηση για ν’ αφυπνιστούν όλες οι επαναστατικές τάσεις μέσα στο γερμανικό λαό. Μ’ αύτή την έννοια στη Νέα Εφημερίδα του Ρήνου ό Μαρξ κι ό Ένγκελς υπερασπίζονται κάθε επαναστατικό κίνημα, πού στρεφόταν τότε ενάντια στην κρατούσα τάξη πραγμάτων. Είναι οί πιο παθιασμένοι υποστηριχτές της ουγγρικής επανάστασης, οί πιο παθιασμένοι υποστηριχτές της Πολωνίας, πού λίγο πριν είχε επιχειρήσει μια νέα προσπάθεια εξέγερσης. Απαιτούν τη δημιουργία μιας ανεξάρτητης Πολωνίας, απαιτούν απ’ τη Γερμανία καί την Αυστρία να επιστρέψουν στην Πολωνία όλες τους τις πολωνικές επαρχίες, κι από τη Ρωσία να επιστρέψει όλα τα εδάφη πού της απέσπασε. Με το ίδιο πνεύμα ζητούν καί την ένωση της Γερμανίας σε μια ενιαία δημοκρατία, ζητούν να επιστραφούν στη Γερμανία μερικές γερμανικές περιοχές της Δανίας — έκτος από κείνες πού κατοικούνταν από δανούς. Με μια λέξη, παντού μένουν πιστοί στη βασική αρχή του Μανιφέστου του Κομμουνιστικού Κόμματος καί υποστηρίζουν κάθε επαναστατικό κίνημα πού στρέφεται ενάντια στην υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων.
Δε μπορεί ωστόσο να αποκρύβει, ότι σ’ αυτά τα λαμπρά άρθρα κυριαρχεί το πολιτικό μέρος. Πρόκειται πάντα για μια κριτική των πολιτικών πράξεων της αστικής τάξης και της γραφειοκρατίας. Αν κοιτάξετε πιο προσεχτικά τη Νέα Εφημερίδα του Ρήνου, θα δείτε ότι, συγκριτικά, ιδιαίτερα το 1848, ασχολείται πολύ λίγο με το εργατικό πρόβλημα. Άπ’ αυτή την άποψη έχει ενδιαφέρον να συγκρίνουμε την εφημερίδα του Μαρξ με την εφημερίδα του Στέφαν Μπόρν. Αν πάρετε την εφημερίδα του Μπόρν, νομίζετε πώς έχετε στα χέρια σας μια συνδικαλιστική-συνεργατική εφημερίδα. Η πιο μεγάλη προσοχή δίνεται στο εργατικό πρόβλημα. Στή Νέα Εφημερίδα του Ρήνου τα πράγματα είναι διαφορετικά. Τέτοια προβλήματα σχεδόν ούτε καν τα θίγει. Ασκεί σφοδρή κριτική στη Διακήρυξη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Γερμανικού Λαού. Επικρίνει σκληρά ολόκληρη τη νομοθεσία, πού θεσπίζεται στο πνεύμα του γερμανικού εθνικιστικού φιλελευθερισμού. Αναλαμβάνει αποφασιστικά την προάσπιση των αγροτών. Αρθρα, όμως, αφιερωμένα στίς διεκδικήσεις της εργατικής τάξης είναι πολύ σπάνια. Μέχρι το τέλος περίπου του 1848, μάταια θ’ αναζητήσετε τέτοιες διεκδικήσεις καί την τεκμηρίωση αυτών των διεκδικήσεων στη Νέα Εφημερίδα τον Ρήνου, τόσο πολύ αφοσιωμένη ήταν αυτή η εφημερίδα - σχεδόν αποκλειστικά -στο κύριο πολιτικό της έργο, δηλαδή την αποδέσμευση των πολιτικών παθών, την προπαγάνδα, με στόχο τη δημιουργία δημοκρατικών έπαναστατικών δυνάμεων, πού μ’ ένα χτύπημα θ’ απελευθέρωναν τη Γερμανία απ’ όλα τα κατάλοιπα της παλιάς φεουδαρχικής τάξης πραγμάτων.
Όμως ήδη γύρω στα τέλη του 1848, η κατάσταση είχε αλλάξει. Η αντίδραση, πού έκανε την έμφάνισή της μετά την ήττα του γαλλικού προλεταριάτου τον Ιούνη, σήκωσε το κεφάλι της τον Όκτώβρη του 1848. Το σύνθημα ήταν η ήττα του προλεταριάτου της Βιένης. Η τσαρική Ρωσία είχε βοηθήσει με κάθε τρόπο. Η ήττα στη Βιένη συνετέλεσε στην ήττα στο Βερολίνο. Η πρωσική κυβέρνηση πήρε πάλι θάρρος: το Δεκέμβρη του 1848 διαλύει την πρωσική Εθνοσυνέλευση καί της επιβάλλει ένα σύνταγμα πού το είχε επεξεργαστεί η ίδια. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή η πρωσική αστική τάξη, αντί ν’ αντιτάξει λυσσώδη αντίσταση, προσπαθεί να πετύχει ένα συμβιβασμό ανάμεσα στο λαό καί στη βασιλική κυβέρνηση.
Ο Μαρξ επέμενε, ότι μετά την ήττα πού είχε υποστεί η πρωσική βασιλική εξουσία το Μάρτη του 1848, δε μπορούσε να γίνει λόγος για όποιου είδους συμβιβασμό μ’ αυτό το στέμμα. Ό λαός ό ιδιος ώφειλε να δώσει στον εαυτό του ένα σύνταγμα, χωρίς να λάβει υπόψη του τη βασιλεία, καί να ανακηρύξει τη Γερμανία σε ενιαία καί αδιαίρετη δημοκρατία. Η Εθνοσυνέλευση όμως, στην οποία κυριαρχούσε η φιλελεύθερη καί δημοκρατική αστική τάξη, φοβόταν την οριστική ρήξη με τη μοναρχία καί κράτησε μια διαλλακτική στάση, μέχρι πού διαλύθηκε.
Ό Μαρξ κατάλαβε, ότι δεν είχε να ελπίζει ούτε το ελάχιστο άπ’ τη ριζοσπαστική μερίδα της γερμανικής αστικής τάξης. ακόμα κι η δημοκρατική πτέρυγα της αστικής τάξης, απ’ την οποία θα περίμενε κανείς, ότι θα δημιουργούσε ελεύθερες πολιτικές συνθήκες για την ανάπτυξη της εργατικής τάξης, αποδείχτηκε ανίκανη να εκπληρώσει το έργο αυτό. Να πώς χαρακτηρίζει ό Μαρξ αύτη την αστική τάξη το Δεκέμβρη του 1848, βασισμένος στη θλιβερή πείρα των δυο εθνοσυνελεύσεων — της πρώτης στο Βερολίνο, της δεύτερης στη Φραγκφούρτη:
Ενώ το 1648 καί το 1789 οί πολίτες είχαν την αίσθηση πώς βρίσκονται στην κορφή του κινήματος, η φιλοδοξία των βερολινέζων το 1848 ήταν να φτιάξουν έναν αναχρονισμό. Το φως τους έμοιαζε με το φως των αστεριών πού φτάνει σε μας, τους κατοίκους της γης, 100.000 χρόνια μετά το σβήσιμο του ουράνιου σώματος πού το ‘χει εκπέμψει. Η πρωσική επανάσταση του Μάρτη ήταν σε μικρογραφία, όπως κι όλα της, ένα τέτοιο άστρο για την Ευρώπη. Το φως της ήταν το φως ενός προ πολλού αποσυντεθειμένου κοινωνικού πτώματος.
Η γερμανική αστική τάξη είχε αναπτυχθεί τόσο πλαδαρά, δειλά κι αργά, ώστε τη στιγμή πού όρθωνοταν απειλητικά ενάντια στο φεουδαρχισμό καί τον απολυταρχισμό, στράφηκε απειλητικά στο προλεταριάτο καί ενάντια σ’ όλες τις παρατάξεις του αστικού πληθυσμού, πού τα συμφέροντα καί οί ιδέες τους συγγένευαν μ’ αυτά του προλεταριάτου. Καί δεν έβλεπε εχθρικά μόνο μια τάξη πίσω της, αλλά ολόκληρη την Ευρώπη μπροστά της. Η πρωσική άστική τάξη δεν ήταν, οπως η γαλλική του 1780, η τάξη πού έκπροσωπούσε ολόκληρη τη σύγχρονη κοινωνία απέναντι στους έκπροσωπους της παλιάς κοινωνίας, το παλάτι καί τους ευγενείς. Είχε υποβιβαστεί σ’ ένα είδος κοινωνικού στρώματος, εχθρικού τόσο απέναντι στό στέμμα όσο κι απέναντι στο λαό, αντίθετου καί με τα δυο, αναποφάσιστου απέναντι στο καθένα ξεχωριστά, γιατί τα έβλεπε πάντα καί τα δυο μπροστά του ή πίσω του. Από την πρώτη κιόλας στιγμή ήταν έτοιμη να προδωσει το λαό καί να κάνει κάποιο συμβιβασμό με τον εστεμμένο εκπρόσωπο της παλιάς κοινωνίας, γιατί κι η ίδια σ’ αυτή την παλιά κοινωνία άνηκε. δεν αντιπροσώπευε τα συμφέροντα της νέας κοινωνίας ένάντια στην παλιά, αλλά συμφέροντα ανανεωμένα στους κόλπους μιας γερασμένης κοινωνίας. κι αν κρατούσε το πηδάλιο της επανάστασης, ήταν επειδή ό λαός την έσπρωχνε μπρος του κι όχι γιατί την ακολουθούσε- δε μπήκε έπικεφαλής σαν αντιπρόσωπος της πρωτοβουλίας μιας νέας κοινωνικής εποχής. ήταν ένα κοινωνικό στρώμα του παλιου κράτους, πού δεν είχε ανοίξει μόνο του δρόμο, μα είχε προωθηθεί στην επιφάνεια του νέου κράτους άπο τη δύναμη του κατακλυσμού. χωρίς αυτοπεποίθηση, χωρίς εμπιστοσύνη στο λαό, μεμψιμοιρώντας κατά των μεγάλων, τρέμοντας μπροστά στους μικρούς, εγωίστρια, επαναστατική σε σχέση με τους συντηρητικούς καί συντηρητική σε σχέση με τους επαναστάτες, χωρίς πίστη στα συνθήματα της, με κούφια λόγια αντί για ιδέες, τρομαγμένη απ’ την παγκόσμια αναστάτωση, καί προσπαθώντας να επωφεληθεί άπ’ αυτήν, αδρανής καί κίβδηλη από κάθε άποψη, πρωτότυπη μόνο στη χαμέρπεια, δίχως αυτοπεποίθηση, δίχως εμπιστοσύνη στο λαό, χωρίς παγκόσμια ιστορική αποστολή, γριά ξεκουτιάρα. καταραμένη άπ’ όλους, βλέποντας τον εαυτό της καταδικασμένο, στα γεράματα, να κατευθύνει καί να παραμερίζει τις νεανικές τάσεις ενός λάου ισχυρού, γριά στραβή, κουφή καί ξεδοντιάρα, αυτή ήταν η πρωσική αστική τάξη, όταν βρέθηκε στο πηδάλιο του κράτους, μετά την επανάσταση του Μάρτη. 14
Ό χαρακτηρισμός ταιριάζει θαυμάσια στην αστική τάξη του 1848, καί μπορεί να εφαρμοστεί απόλυτα στη ρωσική αστική τάξη.
Ό Μαρξ απέκτησε προσωπική πείρα όλων αυτών των πραγμάτων. Οί ελπίδες πού παρουσιάζει στο Μανιφέστο για μια προοδευτική αστική τάξη — παρά το γεγονός ότι είχε θέσει ήδη μια σειρά από προϋποθέσεις για συνεργασία μαζί της - δεν εκπληρώθηκαν. Ετσι ό Μαρξ - καί μαζί μ’ αυτόν κι ό Ένγκελς - άπ’ το φθινόπωρο του 1848 αλλάζει τακτική. Πάλι στην Κολωνία καί άπ’ τις στήλες πάλι της Νέας Εφημερίδας του Ρήνου, ό Μαρξ, χωρίς να πάψει να υποστηρίζει την αστική δημοκρατία καί χωρίς να διακόψει τους δέσμους του με το δημοκρατικό κόμμα, μεταθέτει το κέντρο βάρους της δουλιάς του στον προλεταριακό χώρο. Μαζί με τον Μόλ καί τον Σάπερ εντείνουν τη δουλιά τους μέσα στην Εργατική Ένωση της Κολωνίας, πού είχε επίσης τον αντιπρόσωπο της στην «Περιφερειακή Επιτροπή των Δημοκρατικών Ένωσεων». Μετά τη σύλληψη του Γκότσαλκ, ό Μόλ εκλέχτηκε εκπρόσωπος της Εργατικής Ένωσης, πράγμα που αποδεικνύει το δυνάμωμα των κομμουνιστών. Η ομοσπονδιακή τάση, πού προωθούνταν απ’ τον Γκότσαλκ, γίνεται βαθμιαία μειοψηφία. Οταν ό Μόλ υποχρεώθηκε να εξαφανιστεί προσωρινά άπ’ την Κολωνία, στη θέση του εκλέχτηκε ό Μαρξ, παρά τις επανειλημμένες αρνήσεις του να δεχτεί την εκλογή. Το Φλεβάρη, πού γίνονταν οί εκλογές για το νέο κοινοβούλιο, εκδηλώθηκαν πολλές διχογνωμίες. Ό Μαρξ κι η ομάδα του επέμεναν ότι οί εργάτες, εκεί πού δε μπορούσαν να εκλέξουν τους δικούς τους ύποψήφιούς, έπρεπε να εκλέξουν δημοκράτες. Η μειοψηφία υποστήριζε το αντίθετο.
Μέσα στο Μάρτη καί τον Απρίλη όμως, οί διαφορές ανάμεσα στους εργάτες καί τους δημοκράτες, που ήταν συνασπισμένοι στην «Περιφερειακή Επιτροπή των Δημοκρατικών Ενώσεων», οξύνθηκαν τόσο πολύ, πού η διάσπαση έγινε αναπόφευκτη. Ό Μαρξ κι οί σύντροφοι του αποχωρήσαν άπ’ την επιτροπή. Η Εργατική Ένωση ανακάλεσε τον αντιπρόσωπο της καί επιδίωξε να έρθει σ’ επαφή με τις εργατικές ένωσεις πού είχαν οργανωθεί άπ’ τον Στέφαν Μπόρν στην Ανατολική Γερμανία. Η ίδια η Εργατική Ενωση αναδιοργανώθηκε καί μετατράπηκε σε κεντρική λέσχη, με καινούργια περιφερειακά τμήματα καί εργατικές λέσχες. Στά τέλη του Απρίλη ό Μαρξ κι ό Σάπερ δημοσίευσαν μια πρόσκληση, στην οποία καλούσαν όλες τίς εργατικές ενώσεις της Ρηνανίας καί της Βεστφαλίας σ’ ένα περιφερειακό συνέδριο, καί τίς προτρέπανε να οργανωθούν καί να εκλέξουν αντιπροσώπους για ένα γενικό εργατικό συνέδριο πού θα πραγματοποιούνταν τον Ιούνη στη Λειψία.
Εκείνη όμως ακριβώς τη στιγμή, πού ό Μαρξ κι οί σύντροφοι του προχωρούσαν στην άμεση όργάνωση του κόμματος της εργατικής τάξης, η επανάσταση δέχτηκε ένα νέο πλήγμα. Η πρωσική κυβέρνηση, πού είχε διαλύσει την πρωσική Εθνοσυνέλευση, αποφασίζει τώρα να βάλει ένα τέλος καί στην Παγγερμανική Εθνοσυνέλευση: Στή Νότια Γερμανία αρχίζει η λεγόμενη εκστρατεία για τη συγκρότηση του Ράιχ.
Πρέπει να επισημάνω ακόμα μια μικρή ιδιομορφία, πού συνήθως την ξεχνούν οί βιογράφοι του Μαρξ. Στήν Κολωνία ό Μαρξ ήταν υποχρεωμένος, εξαιτίας της θέσης του, να συμπεριφέρεται με μεγάλη προσοχή. Με μια απλή κυβερνητική διαταγή μπορούσε ν’ απελαθεί άπ’ την Κολωνία. Όντας εκτεθειμένος στίς συνεχείς διωξεις της πρωσικής κυβέρνησης, έχοντας απελαθεί άπ’ το Παρίσι μετά από πιέσεις αυτής της ίδιας, καί φοβούμενος μετά την απέλαση του απ’ το Βέλγιο, είχε αποφασίσει την εποχή εκείνη να εγκαταλείψει την πρωσική υπηκοότητα. Ό Μαρξ δεν απέκτησε καμιά άλλη υπηκοότητα. Οταν επέστρεψε στην Κολωνία, η τοπική αρχή τον άναγνωρισε σαν πολίτη της Ρηνανίας, χρειαζόταν όμως η επικύρωση της πρωσικής κρατικής εξουσίας στο Βερολίνο. Η τελευταία αποφάνθηκε ότι ό Μαρξ είχε χάσει τα πολιτικά του δικαιώματα. Γιαυτό ό Μαρξ, πού πάσχιζε την εποχή εκείνη ν’ αποκτήσει και πάλι τα δικακωματά του σαν πρώσος πολίτης, ήταν υποχρεωμενος στο δεύτερο εξάμηνο του 1848 ν’ αποφεύγει κάθε δημόσια εμφάνιση. Όταν η επανάσταση δυνάμωνε, όταν οι συνθήκες καλυτέρευαν, εμφανιζόταν καί δημόσια, αλλά μόλις κέρδιζε έδαφος η αντίδραση καί εντείνονταν οί διώξεις στην Κολωνία, ό Μαρξ εξαφανιζόταν καί αρκούνταν στη συγγραφική δραστηριότητα, δηλαδή στη διεύθυνση της Νέας Εφημερίδας το Ρήνου. Αυτός ήταν κι ό λόγος, πού δέχτηκε τόσο απρόθυμα να γίνει πρόεδρος της Εργατικής Ένωσης της Κολωνίας.
Με τη στροφή του σε προβλήματα τακτικής, πραγματοποιείται καί μια αλλαγή στη Νέα Εφημερίδα του Ρήνου. Τα πρώτα άρθρα για τη «μισθωτή εργασία καί το κεφάλαιο» δημοσιεύονται αμέσως μετά άπ’ αυτή τη στροφή. Στά άρθρα του ό Μαρξ προτάσσει μια μεγάλη εισαγωγή στην οποία εξηγεί, γιατί η Νέα Εφημερίδα του Ρήνου δεν έθιξε μέχρι τότε το ζήτημα του ανταγωνισμού ανάμεσα στη μισθωτή εργασία καί το κεφάλαιο. Η εισαγωγή αύτη παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον γιατί επισημαίνει την αλλαγή της τακτικής, ωστόσο το επαναλαμβάνω, το Μάη η γερμανική επανάσταση γνώρισε την οριστική της ήττα. Η πρωσική κυβέρνηση άποκτηνωθηκε τώρα ολότελα καί έστειλε τα στρατεύματα της στο νοτιανατολικό τμήμα της Γερμανίας. Πρώτο θύμα ήταν η Νέα Εφημερίδα του Ρήνου, πού έκλεισε στίς 19 Μάη του 1849. Έχω εδώ στα χέρια μου το τελευταίο φύλο της Νέας Εφημερίδας του Ρήνου, το 301, αυτό το περίφημο κόκκινο φύλο, πού αρχίζει μ’ ένα θαυμάσιο ποίημα του Φράιλιγκρατ. Αμέσως ακολουθεί μια νέα έκκληση του Μαρξ προς τους εργάτες, στην οποία τους προειδοποιεί να μην παρασυρθούν άπ’ την πρόκληση. Μετά ό Μαρξ εγκαταλείπει τη Ρηνανία. Είναι υποχρεωμένος να εγκαταλείψει τη Γερμανία σαν ξένος. τα υπόλοιπα μέλη της σύνταξης χωρίζουν επίσης καί διασκορπίζονται σε διάφορα μέρη. Ό Ένγκελς, ό Μόλ καί ό Βίλιχ πηγαίνουν να ενωθούν με τους επαναστάτες στη Νότια Γερμανία.
Μετά από μερικές βδομάδες ήρωικής αλλά κακά οργανωμένης αντίστασης ενάντια στα πρωσικά στρατεύματα, οί επαναστάτες υποχρεώθηκαν να καταφύγουν στην Ελβετία. Τα παλιά μέλη της Νέας Εφημερίδας του Ρήνου καί της Εργατικής Ένωσης της Κολωνίας κατέφυγαν στο Παρίσι, αλλά μετά την αποτυχημένη διαδήλωση στίς 13 Ιούνη του 1849 καταδιωχτηκαν κι έτσι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τη Γαλλία. Στίς αρχές του 1850 συγκεντρώθηκε πάλι στην Κολωνία σχεδόν ολόκληρη η παλιά φρουρά της Ένωσης των Κομμουνιστών. Ό Μόλ είχε σκοτωθεί κατά τη διάρκεια της εξέγερσης στη Νότια Γερμανία. Ό Μαρξ, ό Ένγκελς, ό Σάπερ, ό Βίλιχ καί ό Βόλφ πήγαν στο Λονδίνο.
Ό Μαρξ κι ό Ένγκελς - όπως φαίνεται άπ’ τα άρθρα εκείνης της εποχής — δεν έχασαν στην αρχή την ελπίδα, πώς πρόκειται για μια προσωρινή κάμψη του επαναστατικού κινήματος, καί ότι θ’ ακολουθούσε ένα καινούργιο κύμα αναταραχής. Για να μη βρεθούν απροετοίμαστοι, θέλουν να ενισχύσουν την οργάνωση καί να τη συνδέσουν καλύτερα με τη Γερμανία. Η παλιά Ένωση των Κομμουνιστών άναδιοργανωνεται - προσχωρούν τα παλιά μελή, αλλά καί καινούργια, πού κερδήθηκαν στη Σιλεσία, στο Μπρεσλάου καί στη Ρηνανία.
Πολύ γρήγορα, μετά από λίγους μήνες, αναφύονται διαφωνίες μέσα στην Ένωση. Ό Μαρξ κι ό Ένγκελς πίστευαν ακόμα στίς αρχές του 1850, ότι δε θα αργούσε να εκδηλωθεί μια καινούργια ώθηση της επανάστασης. Εκείνη ακριβώς την εποχή η Ενωση των Κομμουνιστών εκδίδει δυο ενδιαφέρουσες εγκυκλίους. Γράφτηκαν κυρίως άπ’ τον Μαρξ. Ό Λένιν τίς ήξερε πολύ καλά καί τις ανέφερε πολύ συχνά.
Σ’ αυτές τίς εγκυκλίους - μπορούν να κατανοηθούν, μόνο αν θυμηθείτε τα λάθη πού έκαναν ό Μαρξ κι ό Ένγκελς στην επανάσταση του 1848 -διαβάζουμε, πως είναι αναγκαίο να κριτικάρουμε ανελέητα, όχι μόνο τον αστικό φιλελευθερισμό, αλλά καί τη δημοκρατία. Όλες οί δυνάμεις πρέπει να στρέφονται στην προσπάθεια να αντιπαραθέσουμε στη δημοκρατική οργάνωση την εργατική οργάνωση. Κατά πρώτο λόγο είναι αναγκαίο να δημιουργήσουμε ένα εργατικό κόμμα. Πρέπει με όλα τα μέσα να προωθήσουμε τους δημοκράτες, σε κάθε διεκδίκηση τους ν’ απαντάμε με μιαν άλλη πιο ριζοσπαστική. Οι δημοκράτες ζητούν το δεκάωρο, εμείς θα ζητήσουμε το όχτάωρο. Αυτοί ζητούν την απαλλοτρίωση της μεγάλης έγγειας ιδιοκτησίας με δίκαιες αποζημιώσεις, εμείς θα ζητήσουμε τη χωρίς αποζημίωση απαλλοτρίωση. Πρέπει να προωθήσουμε την επανάσταση με όλα τα μέσα, πρέπει να την κάνουμε διαρκή, να την έχουμε την κάθε στιγμή στην ημερήσια διάταξη: Δεν πρέπει να επαναπαυόμαστε στίς λεγόμενες κατακτήσεις της επανάστασης. Απεναντίας, κάθε κατάκτηση πρέπει να ‘ναι μόνο η νέα αφετηρία για την επόμενη κατάκτηση. Κάθε προσπάθεια να κηρύξουμε την επανάσταση τελειωμένη, είναι προδοσία στην υπόθεση της επανάστασης. Πρέπει να στρέψουμε όλες μας τις δυνάμεις για να υποσκάψουμε καί να καταστρέψουμε άπ’ όλες τίς μεριές την κοινωνική τάξη πραγμάτων, την πολιτική τάξη πραγμάτων μέσα στην οποία ζούμε, μέχρι πού να την ελευθερώσουμε άπ’ όλα τα κατάλοιπα του παλιού ταξικού ανταγωνισμού.
Οί διαφωνίες άρχισαν στην εκτίμηση της τωρινής κατάστασης. Σ’ αντίθεση με τους αντιπάλους του, που τους κατεύθυναν ό Σάπερ κι ό Βίλιχ, ό Μαρξ, πιστός στη μέθοδο του, ξεκινούσε από το γεγονός, ότι κάθε πολιτική επανάσταση είναι επακόλουθο όρισμένων οικονομικών περιστάσεων, μιας ορισμένης οικονομικής επανάστασης. Η επανάσταση του 1848 ήταν επακόλουθο της κρίσης του 1847, πού είχε επηρεάσει ολόκληρη σχεδόν την Ευρώπη, μ’ εξαίρεση το ανατολικό της τμήμα. Ό Μαρξ, πού μελετάει τώρα στο Λονδίνο την τωρινή κατάσταση καί αναλύει την καινούργια οικονομική συγκυρία καί την κατάσταση της παγκόσμιας αγοράς, καταλήγει στην πεποίθηση, ότι η τωρινή κατάσταση δεν ευνοεί μια επαναστατική έκρηξη, ότι η απουσία μιας νέας επαναστατικής ώθησης -πού την περίμενε μαζί με άλλους - δε μπορεί να εξηγηθεί μόνο με την έλλειψη επαναστατικής πρωτοβουλίας καί επαναστατικής ενέργειας από μέρους των επαναστατών. Στά τέλη του 1850, βασιζόμενος σε μια ακριβή ανάλυση της τωρινής κατάστασης, καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι μέσα σ’ αυτή την οικονομική ευημερία, κάθε προσπάθεια να εκβιαστεί η έπανάσταση, να όργανωθεί μια επαναστατική εξέγερση, θα καταλήξει σε αναπότρεπτη και άνωφελη ήττα. Οί οικονομικοί όροι ανάπτυξης της ευρωπαϊκής ηπείρου ήταν την εποχή εκείνη πολύ ευνοϊκοί. Στήν Αμερική, στην Καλιφόρνια, στην Αυστραλία, είχαν βρεθεί πολύ πλούσια κοιτάσματα χρυσού: τεράστιες μάζες εργατών μετανάστευσαν σ’ αυτές τις χώρες. Το κύμα της μετανάστευσης άπ’ την Ευρώπη άρχισε κιόλας άπ’ το δεύτερο εξάμηνο του 1848 καί εντάθηκε ιδιαίτερα το 1850.
Η ανάλυση των οικονομικών περιστάσεων οδήγησε λοιπόν τον Μαρξ στο συμπέρασμα, ότι το επαναστατικό κίνημα είχε άτονήσει, ότι θα ‘πρεπε να περιμένουν την εμφάνιση μιας νέας οικονομικής κρίσης, πού θα δημιουργούσε ξανά ευνοϊκές προϋποθέσεις για μια ώθηση του επαναστατικού κινήματος. Με την άποψη αυτή όμως δε συμφωνούσαν μερικά μέλη της Ένωσης των Κομμουνιστών. Την καταπολεμούσαν προπάντων εκείνοι πού δε διέθεταν την οικονομική μόρφωση του Μαρξ καί πού απέδιδαν υπερβολική σημασία στην επαναστατική πρωτοβουλία μερικών ατόμων.
Ό Βίλιχ, πού μαζί με τον Γκότσαλκ είχε προκαλέσει στις 3 του Μάρτη την επανάσταση στην Κολωνία και είχε παίξει μεγάλο ρόλο κατά τη διάρκεια της εξέγερσης στη Νότια Γερμανία, ό Σάπερ, μέλη της Εργατικής Ένωσης της Κολωνίας καί οί παλιοί οπαδοί του Βάιτλινγκ συνασπίζονται. Επιμένουν στην ανάγκη να οργανώσουν μια εξέγερση: Αν κατάφερναν να βρούν τα απαραίτητα χρήματα και να μαζέψουν μερικούς αποφασισμένους, θα ‘ταν δυνατό να πραγματοποιήσουν την εξέγερση. Κι έτσι αρχίζει το κυνήγι των χρημάτων. Γίνεται προσπάθεια να πάρουν ένα δάνειο απ’ την Αμερική — ένα δάνειο, πού θα χρηματοδοτούσε την επανάσταση στη Γερμανία.
Ό Μαρξ κι ό Ένγκελς καί μερικοί άπ’ τους κοντινούς τους άνθρωπους αρνούνται να συμμετάσχουν σ’ όλη αυτή την εκστρατεία. Τελικά επέρχεται η διάσπαση. Η Ένωση των Κομμουνιστών διασπάται στην παράταξη των Μαρξ καί Ένγκελς καί στην παράταξη των Βίλιχ καί Σάπερ.
Την εποχή αυτή η Ένωση χάνει μερικά απ’ τα μέλη της πού έμειναν στη Γερμανία. Ηδη άπ’ το Ι850 ό Μαρξ κι ό Ένγκελς. μαζί με την οργάνωση της Ένωσης των Κομμουνιστών στο Λονδίνο, προσπαθούν να αναδιοργανώσουν καί να σταθεροποιήσουν την Ένωση στη Γερμανία. Στέλνουν στη Γερμανία μερικούς πράκτορες, πού έρχονται σ’ έπαφή με τους γερμανούς κομμουνιστές. Ένας άπ’ αυτούς συλλαμβάνεται. Βρίσκουν επάνω του έγγραφα που δίνουν τη δυνατότητα στην πρωσική μυστική αστυνομία, πού διευθυνόταν άπ’ τον περιβόητο Στημπερ, να καταδιώξει τους συντρόφους του. Πολλοί κομμουνιστές ρίχνονται στη φυλακή. Η πρωσική κυβέρνηση αποφασίζει να οργανώσει μια μεγάλη δίκη κατά των κομμουνιστών στην Κολωνία, για να δείξει στην πρωσική αστική τάξη, πώς δεν πρέπει να μετανιώνει πού το 1850 της αφαιρέθηκαν μερικές ελευθερίες. Το αποτέλεσμα ήταν να καταδικαστούν σε πολύχρονες φυλακίσεις αρκετοί κομμουνιστές - ανάμεσα τους ό Λεσνερ, ό Μπέκερ κ.ά.
Στη διάρκεια των δικών έγινε φανερό, πώς είχαν ανακατευτεί καί προβοκάτορες στην υπόθεση, ότι ό Στήμπερ με τους πράκτορες του είχε καταφύγει στην πλαστογράφηση των πρακτικών καί σ’ ένα σωρό ψευδομαρτυρίες. Με απόφαση της παράταξης των κομμουνιστών πού είχε μείνει μαζί του, ό Μαρξ έγραψε μια μπροσούρα μ’ αφορμή τη δίκη κατά της Ένωσης των Κομμουνιστών, στην οποία αποκάλυψε όλες τις μηχανορραφίες της πρωσικής αστυνομίας. Μετά το τέλος της δίκης ό Μαρξ, ό Ένγκελς καί οί σύντροφοι τους κατέληξαν στο συμπέρασμα, ότι μπροστά στην κατάσταση πού είχε δημιουργηθεί, μπροστά στη διακοπή κάθε επαφής με τη Γερμανία, η Ένωση των Κομμουνιστών δε μπορούσε τώρα ν’ αναλάβει καμιά πρωτοβουλία, ότι έπρεπε να περιμένουν μια πιο ευνοϊκή στιγμή. Στά τέλη του 1852 διέλυσαν επίσημα την Ενωση των Κομμουνιστών. Το άλλο τμήμα της Ένωσης, η λεγόμενη παράταξη του Βίλιχ καί του Σάπερ, έζησε σε υποτυπώδη κατάσταση για ένα περίπου χρόνο ακόμα. Μερικά άπ’ τα μέλη της μετανάστευσαν στην Αμερική. Ό Σάπερ έμεινε στο Λονδίνο. Μερικά χρόνια αργότερα αναγνώρισε πως είχε κάνει λάθος καί συμφιλιώθηκε πάλι με τον Μαρξ καί τον Ένγκελς.